- ἐπεξήγησις
- ἐπεξήγησιςdetailed accountfem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἐπεξηγήσει — ἐπεξήγησις detailed account fem nom/voc/acc dual (attic epic) ἐπεξηγήσεϊ , ἐπεξήγησις detailed account fem dat sg (epic) ἐπεξήγησις detailed account fem dat sg (attic ionic) ἐπεξηγέομαι recount in detail fut ind mp 2nd sg ἐπεξηγέομαι recount in… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπεξηγήσεις — ἐπεξήγησις detailed account fem nom/voc pl (attic epic) ἐπεξήγησις detailed account fem nom/acc pl (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπεξηγήσεσι — ἐπεξήγησις detailed account fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπεξήγησιν — ἐπεξήγησις detailed account fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
επεξήγηση — η (AM ἐπεξήγησις) [επεξηγώ] 1. διασάφηση 2. ομοιόπτωτος προσδιορισμός (ή επεξηγηματική φράση) ο οποίος καθιστά σαφέστερη και ορίζει ευκρινέστερα μια έννοια που είναι ήδη αρκετά σαφής («ὁ κοινὸς ἰατρὸς θεραπεύσει σε, χρόνος») … Dictionary of Greek
ἐπεξηγήσεως — ἐπεξηγήσεω̆ς , ἐπεξήγησις detailed account fem gen sg (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ИОАНН ДАМАСКИН — Прп. Иоанн Дамаскин. Икона. Нач. XIV в. (скит св. Анны на Афоне) Прп. Иоанн Дамаскин. Икона. Нач. XIV в. (скит св. Анны на Афоне) [греч. ᾿Ιωάννης ὁ Δαμασκήνος, ὁ Χρυσορρόας, лат. Ioannes Damascenus] (2 я пол. VII в., Дамаск до 754 г.), прп. (пам … Православная энциклопедия